Νέα δημοσιονομική υπεραπόδοση, βασιζόμενη στη συγκράτηση δαπανών και το διατηρήσιμο πλεόνασμα στην κοινωνική ασφάλιση
Το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε σε ιστορικά υψηλό επίπεδο το 2018 (4,3% του ΑΕΠ, από 4,1% το 2017) υπερβαίνοντας, για 3ο συνεχές έτος, το στόχο ύψους 3,5% του ΑΕΠ του πλαισίου Ενισχυμένης Εποπτείας. Η υπεραπόδοση ανήλθε σε 0,8% του ΑΕΠ (€1,5 δισ.), υπερβαίνοντας το κόστος των επεκτατικών μέτρων ύψους 0,5% του ΑΕΠ (€0,9 δισ.), που εφαρμόζονται το 2019.
Η σύνθεση του υπερπλεονάσματος το 2018 είναι παρόμοια με αυτή της διετίας 2016-2017, υποδηλώνοντας τη διαρθρωτική φύση των προσαρμογών που έχουν συντελεστεί. Συγκεκριμένα, η μείωση στις πρωτογενείς δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης (κατά 0,8% του ΑΕΠ ετησίως), αντιστάθμισε τη μικρή μείωση των συνολικών εσόδων (κατά 0,25% του ΑΕΠ) κυρίως λόγω της υπεραπόδοσης στον προϋπολογισμό της κοινωνικής ασφάλισης.
Όσον αφορά τη διάρθρωση του ισοζυγίου, το πρωτογενές πλεόνασμα Κεντρικής Κυβέρνησης αυξήθηκε σε 2,3% του ΑΕΠ από 2,0% το 2017, ενώ το πλεόνασμα στον τομέα κοινωνικής ασφάλισης και προστασίας διαμορφώθηκε στο 1,8% του ΑΕΠ (€3,3 δισ.) – έναντι εκτιμήσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού 2019 για πλεόνασμα 1,2% του ΑΕΠ (€2,2 δισ.) – μέσω, κυρίως, της μείωσης της δαπάνης για συντάξεις κατά 0,7% του ΑΕΠ.
Γενικότερα, ο έλεγχος των πρωτογενών δαπανών, ώστε να αυξάνονται με ρυθμό χαμηλότερο από το ΑΕΠ (σε τρέχουσες τιμές), αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα.
Το συνολικό ελληνικό δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε 181,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2018 από 176,2% το 2017. Εντούτοις, εξαιρώντας το δανεισμό ύψους €14,4 δισ. κατά το 2018 για τη χρηματοδότηση τμήματος του αποθεματικού ρευστότητας, το χρέος θα είχε συρρικνωθεί, σε σχέση με το 2017, κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες.