Υπό την πίεση του διεθνούς περιβάλλοντος, οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών (εκτός πετρελαίου) κατά το θερινό τρίμηνο (Ιούνιος-Αύγουστος 2023) κινήθηκαν οριακά καθοδικά για πρώτη φορά μετά την πανδημία (-1% σε αποπληθωρισμένους όρους, και -2,7% σε ονομαστικούς όρους). Ωστόσο, παρά την επιβράδυνση, συνεχίζουν (i) να κερδίζουν μερίδια έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών τους, καθώς και (ii) να συμβάλλουν (σε συνδυασμό με τον περιορισμό των εισαγωγών) στον περιορισμό του εμπορικού ελλείμματος.
Εμβαθύνοντας στη σύνθεση των εξαγωγών κατά το θερινό τρίμηνο, διαπιστώνουμε ότι η στήριξη προέρχεται κυρίως από τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης και των Βαλκανίων (με αιχμή τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας), ενώ οι μη-ευρωπαϊκές αγορές κινούνται αθροιστικά πτωτικά παρουσιάζοντας ωστόσο μεικτή εικόνα (με την Ασία να ξεχωρίζει θετικά και τη Μέση Ανατολή αρνητικά).΄Έντονες αποκλίσεις επίσης εντοπίζονται σε κλαδικό επίπεδο:
- Οι κλάδοι υψηλής τεχνολογίας (μηχανήματα και φάρμακα) συνεχίζουν τη δυναμική τους πορεία στηρίζοντας σταθερά τις ελληνικές εξαγωγές (+10% και +9% αντίστοιχα, σε αποπληθωρισμένους όρους), κερδίζοντας μερίδια έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών τους.
- Τα τρόφιμα συνεχίζουν να έχουν συνεισφορά θετική, αλλά μειωμένη (κυρίως λόγω ελαιόλαδου), με ετήσια αύξηση της τάξης του 3%.
- Πτώση σημειώθηκε στον κλάδο των μετάλλων (-10%, κυρίως λόγω χαλκού και σιδήρου), ενώ η ένδυση κατέγραψε τη μεγαλύτερη ποσοστιαία πτώση (-40%)
Η κλιματική κρίση έκρουσε εμφατικό σήμα κινδύνου, με τις πλημμύρες από την κακοκαιρία Daniel να πλήττουν σχεδόν το 20% της Θεσσαλίας – περιφέρεια η οποία καλύπτει το 6% των ελληνικών εξαγωγών (με περίπου €2 δις εξαγωγές ετησίως). Η κρισιμότητα της συνεισφοράς της εστιάζεται κυρίως στα υψηλά (και διαχρονικά αυξανόμενα) μερίδιά της στις εξαγωγές αγροδιατροφής και μετάλλων (14% και 8%, αντίστοιχα) – τα οποία φτάνουν το 44% για τα γαλακτοκομικά και το ⅓ για το βαμβάκι. Σημειώνουμε επίσης ότι η Θεσσαλία παράγει περίπου το 20% των ζωοτροφών και του γάλακτος, προσφέροντας έτσι πρώτη ύλη σε συγγενείς κλάδους αγροδιατροφής άλλων περιφερειών.
Για το υπόλοιπο του έτους, αναμένονται αυξημένες προκλήσεις, καθώς στη γενικότερη τάση επιβράδυνσης προστίθενται οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Ειδικότερα, (i) η καταστροφή στη Θεσσαλία, σε συνδυασμό με (ii) τη μειωμένη φετινή παραγωγή ελαιόλαδου και επιτραπέζιων ελιών, αναμένεται να επιδράσουν αρνητικά στις εξαγωγές του τελευταίου 4μηνου του έτους, αφαιρώντας περίπου 1 ποσοστιαία μονάδα από τις εξαγωγές της χρονιάς. Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμούμε ότι οι εξαγωγές αγαθών (εκτός πετρελαίου) για το σύνολο του 2023 θα ξεπεράσουν οριακά τα επίπεδα του 2022 (ετήσια άνοδος της τάξης του 1% σε αποπληθωρισμένους όρους).
Κοιτάζοντας πιο μπροστά, οι δύο αυτές αρνητικές παράμετροι αναμένεται να συνεχίσουν να ασκούν πίεση στις εξαγωγές το 2024, αφαιρώντας 2 ποσοστιαίες μονάδες από τη μεσοπρόθεσμη τάση ετήσιας ανάπτυξης τους (5%). Ωστόσο, συνεκτιμώντας την αναμενόμενη ανάκαμψη των όγκων του διεθνούς εμπορίου και την ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικονομίας, οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών (εκτός πετρελαίου) για το 2024 εκτιμάμε ότι θα κινηθούν σε ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 3%.
Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι η εντεινόμενη γεωπολιτική αστάθεια και κλιματική κρίση προσθέτουν στις εκτιμήσεις μας υψηλούς βαθμούς αβεβαιότητας (για αναθεώρηση προς τα κάτω). Ειδικότερα, το αρνητικό κλίμα στην «ευρύτερη γειτονιά μας», που έχει διαμορφωθεί λόγω Ουκρανίας, επιβαρύνεται από τις πρόσφατες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή (η οποία απορροφά περίπου το 5% των ελληνικών εξαγωγών, με το ⅓ αυτών να αφορά το Ισραήλ).
Δείτε το σχετικό infographic: