Αξιοποιώντας πλεονεκτήματα όπως υψηλή ηλιοφάνεια, παραλίες με γαλάζια σημαία και υψηλής ποιότητας ξενοδοχειακές υποδομές, η Ρόδος έχει αναχθεί σε βασικό πυλώνα τουριστικής ανάπτυξης της χώρας, καλύπτοντας το 12% του ελληνικού τουρισμού (και το 17% σε όρους ξένων τουριστών). Ωστόσο, το υφιστάμενο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης (Ήλιος και Θάλασσα) με υψηλή εξάρτηση από πρακτορεία και με έμφαση σε all-inclusive υπηρεσίες, αν και επιτυχημένο βάσει των υψηλών επιδόσεων του νησιού (τόσο στη δυναμική επταετία 2012-2019 όσο και στην ανάκαμψη από την πανδημία), δείχνει να προσεγγίζει τα όρια του σε όρους φέρουσας ικανότητας του νησιού.
Συνεπώς, ο Ήλιος, ο πυρήνας του DNA του νησιού, μπορεί μεσοπρόθεσμα να παραμείνει στη βάση του μοντέλου ανάπτυξης της Ρόδου, ωστόσο η αξιοποίησή του μπορεί να γίνει περισσότερο πολυδιάστατη. Σε πρώτο επίπεδο, η τουριστική δραστηριότητα θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε 3 άξονες:
- αναβάθμιση της διάστασης "ήλιος και θάλασσα" σε premium ώστε να αξιοποιηθεί η αναδυόμενη τάση για αποφυγή συνωστισμού,
- προώθηση εναλλακτικών μορφών τουρισμού (όπως πολιτιστικός ή δραστηριοτήτων), και
- αξιοποίηση, μέσω υποδομών, της κομβικής γεωγραφικής θέσης της Ρόδου για ανάπτυξη ναυτικού τουρισμού στα Δωδεκάνησα.
Παράλληλα, συμπληρωματικές με τον τουρισμό δραστηριότητες θα μπορούσαν να πλαισιώσουν το νέο πρότυπο ανάπτυξης δημιουργώντας ένα ισχυρό πλέγμα συνεργειών:
- τρόφιμα-ποτά: σύνδεση με γαστρονομικό τουρισμό και οινοτουρισμό,
- πράσινη ενέργεια: αξιοποίηση παγκόσμιας τάσης για βιώσιμο τουρισμό μέσω "πράσινων" περιφερειακών νησιών (Χάλκη, Τήλος, Αστυπάλαια), και
- καινοτομία: δυνατότητα ανάδειξης σε περιφερειακό κέντρο έρευνας και εκπαίδευσης στον τουρισμό και την πράσινη ανάπτυξη.
Συνοψίζοντας, η Ρόδος έχει όλα τα φυσικά εχέγγυα για να αναχθεί σε πρότυπο βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ υψηλής σημασίας είναι η διάθεση των επιχειρηματιών του νησιού να το κάνουν πράξη με ενεργή επενδυτική διάθεση σε συνδυασμό με ώριμη συντεταγμένη στόχευση στο να αναδείξουν το τοπικό brand του νησιού τους.